Η Τροποποίηση του άρθρου 74 (1) (γ) του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.155
Σημαντική είναι η τροποποίηση του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155 και ειδικότερα του άρθρου 74 (1) (γ), κατόπιν ψήφισης από την Βουλή των Αντιπροσώπων, του Περί Ποινικής Δικονομίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022 υπ’ αριθμόν Ν.64(Ι) του 2022, με τον οποίο απαλείφθηκε από το άρθρο 74 (1) (γ) το δικαίωμα που εδίδετο στον κατηγορούμενο, σε περίπτωση κατά την οποία αποδεικνύετο εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του, να προβεί σε ανώμοτη δήλωση, δηλαδή να δώσει μαρτυρία χωρίς όρκο.
Με την επιλογή αυτού του δικαιώματος, ο Κατηγορούμενος δεν υπόκειτο σε αντεξέταση με ότι και αν αυτό συνεπαγόταν.
Από τη μια, όπου ένας κατηγορούμενος επέλεγε να προβεί σε ανώμοτη δήλωση, το Δικαστήριο δεν μπορούσε να εξάξει συμπέρασμα ενοχής για τον ίδιο, αλλά ούτε και η Κατηγορούσα Αρχή να σχολιάσει το γεγονός ότι με την επιλογή του αυτή δεν μπορούσε να αντεξεταστεί, εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου θα αναμένετο ο Κατηγορούμενος να δώσε κάποια εξήγηση.
Από την άλλη, έστω και αν δεν υπήρχε συγκεκριμένη φόρμουλα ως προς τον τρόπο που ένα Δικαστήριο θα έπρεπε να προσεγγίζει την ανώμοτη δήλωση ενός Κατηγορουμένου και η κάθε περίπτωση χρήζει διαφορετικής προσέγγισης, σαν γενική αρχή μια ανώμοτη δήλωση δεν εξομοιωνόταν με μαρτυρία, αλλά συνεξεταζόταν και αξιολογείτο στο σύνολο μιας υπόθεσης, ωστόσο και πάλιν δεν αποτελούσε αφ’ εαυτής μαρτυρία, καθότι η αποδεικτική της αξία ήταν περιορισμένη, αφού ο δηλών δεν υποβαλλόταν στη δοκιμασία της αντεξέτασης.
Τόσο στην Κύπρο όσο και σε άλλες χώρες του κοινοδικαίου, το δικαίωμα του Κατηγορουμένου να προβαίνει σε ανώμοτη δήλωση κατά καιρούς προβλημάτισε τα Δικαστήρια και στην Αγγλία το συγκεκριμένο δικαίωμα καταργήθηκε το 1982 εφόσον θεωρήθηκε ότι δημιουργούσε πολύ περισσότερα προβλήματα παρά οφέλη στον Κατηγορούμενο, ενώ δεν εξυπηρετούσε τα ευρύτερα συμφέροντα της δικαιοσύνης.
Τα πιο πάνω λέχθηκαν και από το Ανώτατο Δικαστήριο ασκώντας εξουσίες Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου στα πλαίσια της Ποινικής Έφεσης 91/2014 μεταξύ Α.Δ. ν. Δημοκρατίας, όπου και το Δικαστήριο εξέφρασε τον προβληματισμό του αναφορικά με το κατά πόσο η Δημοκρατία θα έπρεπε να εξετάσει αν ωρίμασε ο χρόνος για να καταργηθεί και στην Κύπρο το δικαίωμα του Κατηγορουμένου να προβαίνει σε ανώμοτη δήλωση.
Τα πιο πάνω αποτέλεσαν και την αφορμή για την κατάθεση του πιο πάνω τροποποιητικού νόμου για την κατάργηση του δικαιώματος του Κατηγορουμένου σε ανώμοτη δήλωση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
Με την κατάργηση του εν λόγω δικαιώματος, ο Κατηγορούμενος, σε περίπτωση που κρίνεται από το Δικαστήριο ότι αποδείχτηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του, θα δύναται να ασκήσει το ήδη προβλεπόμενο δικαίωμα, ήτοι να δώσει μαρτυρία από τη θέση εξεταζόμενου μάρτυρα (αφού ορκιστεί ως μάρτυρας), οπότε και θα υπόκειται σε αντεξέταση, ή να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής.
Εν κατακλείδι, φαίνεται ότι η εν λόγω τροποποίηση του Νόμου δεν θα έχει αναδρομική ισχύ και θα ισχύ μόνο για υποθέσεις που καταχωρήθηκαν μετά τις 29 Απριλίου του 2022. Σημειώνεται ότι τυχόν τροποποιήσεις που αφορούν στη διαδικασία έχουν πάντοτε αναδρομική ισχύ, εκτός και αν υπάρχει κάποιος καλός λόγος για τον οποίο αυτό δεν πρέπει να γίνεται. Καλός λόγος έχει αναγνωριστεί να είναι η πρόκληση ζημιάς και αδικίας στο επηρεαζόμενο μέρος από τυχόν αναδρομική ισχύ της νομοθεσίας. Ως προς τούτο είναι άξια αναφοράς και η τοποθέτηση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα ότι έχουν δοθεί οδηγίες στους Δημόσιους Κατήγορους να αναφέρουν στο Δικαστήριο ότι για ήδη εκκρεμούσες διαδικασίες που δεν καταχωρήθηκαν πριν τις 29 Απριλίου του 2022, το δικαίωμα του Κατηγορουμένου σε ανωμοτί δήλωση θα είναι ακόμα σε ισχύ.
Ανδρεάνα Λοϊζίδου, Δικηγόρος